Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2014

Μαθαίνοντας να θυμάμαι.«Γιατί οι συμμαθητές μου δεν δυσκολεύονται να θυμηθούν κάτι και εγώ δεν μπορώ ; Θα καταφέρω ποτέ να γίνω σαν αυτούς;;;;»

 Θεοδώρα Παπαδοπούλου

Dr  θεοδώρα  Παπαδοπούλου (Ντόλυ),
Μαθήτρια του  Φροντιστηρίου  μας  ΤόΤε.....και
Καταξιωμένη Καθηγήτρια  Πανεπιστημίου σήμερα
Θερμά Συγχαρητήρια  Ντόλυ!


Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζουν προβλήματα στη συγκέντρωση προσοχής. Οι δυσκολίες αυτές μπορούν εύκολα να μετατρέψουν  ένα παιδί σε ένα  αφηρημένο και ανυπόμονο  άτoμο που εύκολα αποκόβεται από τη μαθησιακή διαδικασία. Όπως είναι γνωστό οι σχολικές εργασίες απαιτούν παρατεταμένη συγκέντρωση σε ένα γνωστικό αντικείμενο. Το συγκεκριμένο έλλειμμα που παρουσιάζουν αυτά τα παιδιά σαμποτάρει κάθε ειλικρινή τους προσπάθεια για πρόοδο και επιτυχία.

Ο ρόλος της μνήμης στη μάθηση είναι καθοριστικός. Η μάθηση προϋποθέτει τη συγκράτηση μιας πληροφορίας στον εγκέφαλο και την ικανότητα αναπαραγωγής της όταν παραστεί ανάγκη. Όπως είναι φυσικό, οποιαδήποτε δυσλειτουργία της μνήμης δυσχεραίνει τη μάθηση και προκαλεί μαθησιακές δυσκολίες σε όλους τους τομείς.

Η μελέτη της μνήμης ξεκινά από την αρχαιότητα ( Πλάτων, Διογένης). Η λειτουργία της όμως διερευνήθηκε συστηματικά στα τέλη του 19ου  αιώνα με τον Ebbinghaus  και συνεχίστηκε τον 20ο αιώνα με τους Barlett, Hebb, Peterson, Neisser και πολλούς άλλους.
Η μνήμη διακρίνεται σε:
α) μνήμη βραχείας διάρκειας και
β) μνήμη μακράς διάρκειας

Η μνήμη βραχείας διάρκειας διαρκεί μερικά λεπτά της ώρας εκτός και αν μετατραπεί σε μνήμη μακράς διάρκειας. Η πληροφορία που αποθηκεύεται στη μνήμη μακράς διάρκειας μπορεί να ανακαλείται για χρόνια ενώ στην πρώτη περίπτωση η πληροφορία χάνεται μέσα σε λίγα λεπτά. Ορισμένοι επιστήμονες διακρίνουν και τη μνήμη μέσης διάρκειας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η πληροφορία διαρκεί από μερικά λεπτά της ώρας έως και λίγες εβδομάδες. Τελικά όμως η πληροφορία χάνεται.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η μνήμη διακρίνεται επίσης και σε:
α) μνήμη γεγονότων ή καταστάσεων ή αλλιώς «δηλωτική μνήμη» και
β) μνήμη που αφορά  δεξιότητες και κανόνες ή αλλιώς «μη δηλωτική μνήμη».

Η «δηλωτική μνήμη» αφορά τη συνειδητή ανάκληση γεγονότων ή καταστάσεων σε αντίθεση με τη «μη δηλωτική μνήμη» που αφορά δεξιότητες και συνήθειες που αποτελούν σε μεγάλο βαθμό μη συνειδητή διεργασία. Η «δηλωτική μνήμη» μπορεί να είναι μνήμη βραχείας διάρκειας, μέσης διάρκειας ή μακράς διάρκειας.  

Ο φλοιός του εγκεφάλου παίζει τον κύριο ρόλο στη λειτουργία της μνήμης. Επίσης συμμετέχουν ο θάλαμος, η παρεγκεφαλίδα και ο ιππόκαμπος.

Παλαιότερα οι επιστήμονες πίστευαν ότι στα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες υπάρχει ταχύτερη απόσβεση των ιχνών της μνήμης από ότι στα υπόλοιπα παιδιά που δεν παρουσίαζαν μαθησιακές δυσκολίες

(Ellis, 1963). Πρόσφατες έρευνες από τους Dockrell & McShane το 2003 έφεραν στην επιφάνεια νέα στοιχεία. Οι έρευνες αυτές εστιάστηκαν στη λειτουργία της μνήμης και πιο συγκεκριμένα στην επεξεργασία και εγγραφή σε αυτήν των πληροφοριών που προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον.

Το συμπέρασμα ήταν ότι τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες επεξεργάζονται τις πληροφορίες στη μνήμη εργασίας πιο αργά από ότι τα άτομα χωρίς μαθησιακές δυσκολίες. Ο βαθμός της επεξεργασίας φυσικά εξαρτάται από τα ερεθίσματα και τα αίτια. Ένα άλλο καθοριστικό στοιχείο είναι ότι τα άτομα με μαθησιακές δυσκολίες δυσκολεύονται στη χρήση μνημονικών στρατηγικών  και δεν κατανοούν τη χρησιμότητα τους στην απομνημόνευση των προσλαμβανόμενων πληροφοριών ( Borkowski & Kurtz, 1987, Kασσωτάκη, 2005 ).

Η χρήση στρατηγικών μάθησης έχει αποδειχθεί πολύτιμη για την ενίσχυση της μνήμης των ατόμων με μαθησιακές δυσκολίες. Τους καθιστά ικανούς να μελετούν και να αφομοιώνουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν ενθαρρύνοντας την ανεξάρτητη μάθηση και την ευέλικτη σκέψη. Με αυτό το τρόπο οι μαθητές με μαθησιακά προβλήματα καταφέρνουν να προσπεράσουν τα εμπόδια που παρεμποδίζουν τη μάθηση και να αναθεωρήσουν την αρνητική ιδέα που έχουν όσο αφορά τις δυνατότητες τους.

Οι μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες χρειάζονται βοήθεια σε ότι αφορά τη μεγιστοποίηση της εμπλοκής τους στη μαθησιακή διαδικασία και τη συγκράτηση των νέων πληροφοριών που προσλαμβάνουν καθημερινά στη τάξη. Για αυτό το λόγο ο δάσκαλος/ καθηγητής πρέπει... 
Να επινοεί και να σχεδιάζει εργασίες που τραβούν τη προσοχή του μαθητή και είναι σχετικές με τα ενδιαφέροντα του.
 Ο καλύτερος τρόπος να συγκρατήσουν τη νέα πληροφορία είναι να τη συνδέσουν με πράγματα που είδη γνωρίζουν... 

  •  Να αντικαταστήσει τις παραδοσιακές μεθόδους διδασκαλίας με πολύ-αισθητηριακές μεθόδους που ενθαρρύνουν την εμπλοκή όλων των μαθητών και ενεργοποιούν ευκολότερα τους μηχανισμούς της μνήμης μέσω της εμπλοκής όλων των αισθήσεων.
  • Να χρησιμοποιεί οπτικά και ακουστικά μέσα όπως posters, videos, flashcards, σχεδιαγράμματα, γραφικά, μαγνητοφωνημένους διαλόγους κ.τ.λ.  που ενισχύουν τη μνήμη και βοηθούν στην ανάκληση των πληροφοριών. Εκπαιδευτικά παιχνίδια που δίνουν άμεση ευχαρίστηση και κάνουν τη μάθηση μια βιωματική διαδικασία έχουν αποδειχθεί  απαραίτητα στη διδασκαλία ατόμων με μαθησιακές δυσκολίες.
  • Να χρησιμοποιεί μνημοτεχνικές για τη συγκράτηση και αφομοίωση του νέου λεξιλογίου στη μνήμη.
  • Να είναι εφευρετικός, ευέλικτος και πρόθυμος να κάνει όλες τις απαραίτητες τροποποιήσεις και αλλαγές προκειμένου να ικανοποιήσει τις εκπαιδευτικές ανάγκες όλων των μαθητών του.
  • Να εμμένει στους στόχους του και να καταφέρνει να θυμίζει στους μαθητές πόσο όμορφο και συναρπαστικό είναι το ταξίδι της μάθησης. Μπορεί να υπάρχουν δυσκολίες αλλά ο δάσκαλος είναι πάντα μια ανοιχτή αγκαλιά που προσφέρει ασφάλεια, λύσεις και κατανόηση.

Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι κάθε μαθητής έχει δικαίωμα στην επιτυχία και κάθε δάσκαλος μπορεί να βοηθήσει. Η ανταμοιβή μας βρίσκεται στα χαμογελαστά πρόσωπα όλων των μαθητών μας που νιώθουν καλοδεχούμενοι και χρήσιμοι σε μια τάξη που δεν τους διαχωρίζει και σέβεται τις ιδιαιτερότητες τους στη μάθηση.  

Πηγή: Φίλοι της Ειδικής Αγωγής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου